Sumnjičiti στα ελληνικά

Μετάφραση: sumnjičiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Sumnjičiti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gazdovati στα ελληνικά - σύζυγος, σύζυγο, σύζυγό, σύζυγός, ο σύζυγός
  • izbjeći στα ελληνικά - διαλανθάνω, διαφεύγω, ξεφεύγω, αποφυγή, αποφεύγω, δραπετεύω, αποφύγετε, ...
  • nesređen στα ελληνικά - χαώδης, ακατάστατος, άτακτος, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ...
  • ogrebotina στα ελληνικά - γρατσουνιά, γρατσουνίζω, αμυχή, τραχύς, ξύνω, Scratch, μηδέν, ...
Τυχαίες λέξεις
Sumnjičiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων