Teren στα ελληνικά
Μετάφραση: teren, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γη, τομέας, χωράφι, έδαφος, πεδίο, προσαράσσω, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dalekom στα ελληνικά - μακριά, Άπω, Far, στιγμής, της Άπω
- govor στα ελληνικά - γλώσσα, κήρυγμα, ομιλία, μιλώ, φωνή, εκφράζω, ομιλίας, ...
- maksimalna στα ελληνικά - ανώτατο όριο, μέγιστη, μέγιστο, μέγιστης, μέγιστου
- nenaklonost στα ελληνικά - αντιπάθεια, απροθυμία, αντιπαθώ, η απροθυμία, την άρνησή της, την άρνησή, άρνησή της
Τυχαίες λέξεις
Teren στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γη, τομέας, χωράφι, έδαφος, πεδίο, προσαράσσω, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους
Μεταφράσεις: γη, τομέας, χωράφι, έδαφος, πεδίο, προσαράσσω, εδάφους, λόγο, γείωσης, του εδάφους