Ukrašavati στα ελληνικά
Μετάφραση: ukrašavati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Μεταφράσεις
- dvokrilac στα ελληνικά - διπλανό, διπλάνο, biplane, διεπίπεδη, διπλάνου
- kurac στα ελληνικά - εργαλείο, κόκορας, πετεινός, ψωλή, Dick, πουλί, πούτσο, ...
- neizmjeran στα ελληνικά - τεράστιος, ανυπολόγιστος, ανυπολόγιστη, ανυπολόγιστες, αμέτρητη, ανυπολόγιστο
- odonda στα ελληνικά - thenceforward
Τυχαίες λέξεις
Ukrašavati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Μεταφράσεις: στολίζω, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν