Confundo στα ελληνικά

Μετάφραση: confundo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναμιγνύω, μίγμα, ανακατεύω, ανακατώνω
Confundo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • confestim στα ελληνικά - αμέσως
  • confusio στα ελληνικά - σύγχυση, ακαταστασία, αταξία, πάθηση, παραζάλη, κυκεώνας, διαταραχή
  • congregatio στα ελληνικά - σωματειακός, συνέλευση, ένωση, ομήγυρη
Τυχαίες λέξεις
Confundo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναμιγνύω, μίγμα, ανακατεύω, ανακατώνω