Mica στα ελληνικά

Μετάφραση: mica, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιχουδιά, ψίχουλο, ψίχα, δημητριακά, κόκκος, σπυρί
Mica στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • metus στα ελληνικά - φόβος, ανησυχία, φοβάμαι
  • mico στα ελληνικά - μαρμαρυγή, γυαλίζω, αναλαμπή, φλας, λάμπω, φεγγίζω
  • miles στα ελληνικά - στρατιώτης
Τυχαίες λέξεις
Mica στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιχουδιά, ψίχουλο, ψίχα, δημητριακά, κόκκος, σπυρί