Noma στα ελληνικά

Μετάφραση: noma, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοικιάζω, ενοίκιο, νοίκι, ενοικίου, Ενοικίαση, Ενοικίαση για, ενοικίασης
Noma στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nolādēts στα ελληνικά - κολασμένος, καταραμένος, κολασμένων, damned, αναθεματισμένο, καταραμένων
  • nolūks στα ελληνικά - πρόθεση, χρήση, ρόλος, χρησιμοποιώ, σχεδιασμός, βλέψη, λειτουργία, ...
  • nomads στα ελληνικά - νομάς, νομάδων, νομαδική, νομαδικές
  • nomale στα ελληνικά - παρυφές, κρόσσι, φράντζα, περιφέρεια, περίχωρα, προάστια, στα περίχωρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Noma στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοικιάζω, ενοίκιο, νοίκι, ενοικίου, Ενοικίαση, Ενοικίαση για, ενοικίασης