Penis στα ελληνικά

Μετάφραση: penis, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, μέλος, ψωλή, Dick, πουλί, πούτσο, το πουλί
Penis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pelēcīgs στα ελληνικά - γκρίζος, φαιός, υπόφαιος, γκριζωπός, γκριζοκόκκινα, γκριζωπό, γκριζωπή
  • pelēks στα ελληνικά - φαιός, γκρίζος, γκρί, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
  • pensija στα ελληνικά - σύνταξη, συνταγή, συνταξιοδοτικών, συνταξιοδοτικά, συντάξεων, σύνταξης
  • pergaments στα ελληνικά - περγαμηνή, περγαμηνής, περγαμηνοειδή, περγαμηνές
Τυχαίες λέξεις
Penis στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, μέλος, ψωλή, Dick, πουλί, πούτσο, το πουλί