Šachta στα ελληνικά
Μετάφραση: šachta, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νάρκη, μεταλλείο, στέλεχος, άξονα, άξονας, ατράκτου, άτρακτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- įžvalgus στα ελληνικά - πανέξυπνος, τετραπέρατος, ευφυής, κοφτερός, έξυπνος, καπάτσος, αιφνίδιος, ...
- įžūlus στα ελληνικά - συνετός, ζωντανός, ιταμός, ξετσίπωτος, ασύστολος, σοφός, νωπός, ...
- šachtininkas στα ελληνικά - ανθρακωρύχος, μεταλλωρύχος, Miner, ανθρακωρύχου, ανθρακωρύχων
- šaka στα ελληνικά - κλαδί, υποκατάστημα, κλάδος, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
Τυχαίες λέξεις
Šachta στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νάρκη, μεταλλείο, στέλεχος, άξονα, άξονας, ατράκτου, άτρακτο
Μεταφράσεις: νάρκη, μεταλλείο, στέλεχος, άξονα, άξονας, ατράκτου, άτρακτο