Akis στα ελληνικά

Μετάφραση: akis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οφθαλμός, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού
Akis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akimirksnis στα ελληνικά - λεπτομερής, στιγμιαίος, μικροσκοπικός, στιγμή, δεύτερος, δευτερόλεπτο, δεύτερον, ...
  • akiniai στα ελληνικά - γυαλιά, ποτήρια, τα γυαλιά, γυαλιών, Γυαλία
  • akivaizdus στα ελληνικά - φανερός, προφανές, προφανής, προφανή, προφανείς, φανερό
  • aklas στα ελληνικά - θαμπώνω, τυφλός, τυφλή, blind, τυφλών, τυφλούς
Τυχαίες λέξεις
Akis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οφθαλμός, μάτι, ματιών, οφθαλμού, των ματιών, ματιού