Μάτι στα λιθουανικά
Μετάφραση: μάτι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gauja, akis, žiedas, Akių, akies, akys, akį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μάτι
μάτι γερακιού, μάτι του ώρου, μάτι αττικής, μάτι της τίγρης ιδιότητες, μάτι κουζίνας, μάτι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μάτι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μάσκα στα λιθουανικά - kaukė, maskuoti, paslėpti, užmaskuoti, slėpti
- μάταιος στα λιθουανικά - tuščias, bergždžias, bevaisis, veltui, bergždžios, tuščiai
- μάτσο στα λιθουανικά - pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, kekė, grupė, puokštė, ...
- μάχη στα λιθουανικά - kautynės, muštis, mūšis, grumtis, kovoti, kautis, kova, ...
Τυχαίες λέξεις
Μάτι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gauja, akis, žiedas, Akių, akies, akys, akį
Μεταφράσεις: gauja, akis, žiedas, Akių, akies, akys, akį