Οφθαλμός στα λιθουανικά
Μετάφραση: οφθαλμός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akis, Akių, akies, akys, akį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οφθαλμός
οφθαλμός ηλιούπολη, οφθαλμός του βόνταν, οφθαλμός οπτικά, οφθαλμόσ αντί οφθαλμού, οφθαλμός γλυφάδα, οφθαλμός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οφθαλμός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ουσιώδης στα λιθουανικά - esminis, svarbus, svarbu, būtina, būtinas
- οφείλω στα λιθουανικά - skolingas, skolingi, skolingus, privalome, dėkingi
- οχετός στα λιθουανικά - nuotakas, drenažas, latakas, nusausinti, išleisti, nutekėjimo, nusausinkite, ...
- οχιά στα λιθουανικά - angis, Viper, gyvatės, didžioji angis
Τυχαίες λέξεις
Οφθαλμός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: akis, Akių, akies, akys, akį
Μεταφράσεις: akis, Akių, akies, akys, akį