Kaulas στα ελληνικά
Μετάφραση: kaulas, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kaukolė στα ελληνικά - καύκαλο, κρανίο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
- kaukė στα ελληνικά - προσωπείο, μάσκα, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
- kauliukas στα ελληνικά - πεθάνω, τεζάρω, ζάρια, αποθνήσκω, ζαριών, ζάρι, με ζάρια, ...
- kautis στα ελληνικά - μάχη, αγωνίζομαι, μάχομαι, αγώνας, καταπολεμώ, πάλη, καταπολέμηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Kaulas στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών
Μεταφράσεις: κόκαλο, οστό, κόκκαλο, οστών, των οστών