Øl στα ελληνικά

Μετάφραση: øl, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου
Øl στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • økonomisk στα ελληνικά - οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
  • øks στα ελληνικά - πέλεκας, τσεκούρι, πελέκι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
  • øm στα ελληνικά - μαλακός, τρυφερός, προσφορά, προσφοράς, διαγωνισμού, προσφορών, διαγωνισμό
  • ømfintlig στα ελληνικά - ευερέθιστος, εύθικτος, ευαίσθητος, ευαίσθητο, ευερέθιστο, ευερέθιστη
Τυχαίες λέξεις
Øl στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου