Bekk στα ελληνικά
Μετάφραση: bekk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυάκι, ρεύμα, κυλώ, ρέω, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι
Μεταφράσεις
- bekjentgjøre στα ελληνικά - προκηρύσσω, καταδεικνύω, διαλαλώ, ανακοινώσει, ανακοινώνει, ανακοινώσω, ανακοινώσουμε, ...
- bekjentskap στα ελληνικά - γνωριμία, σχέση, Σχέσεις, κανονισμός Σχέσεις, τη σχέση, σχέσης
- bekken στα ελληνικά - πύελος, λεκάνη, πυέλου, πύελο, λεκάνης, τη λεκάνη
- beklage στα ελληνικά - λύπη, οίκτος, κρίμα, λυπάμαι, μετανιώνω, γκρινιάζω, γογγύζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Bekk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυάκι, ρεύμα, κυλώ, ρέω, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι
Μεταφράσεις: ρυάκι, ρεύμα, κυλώ, ρέω, Brook, ρυακιών, ρυακιού, ποταμάκι