Ρεύμα στα νορβηγικά
Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
elv, gangbar, strøm, aktuell, inneværende, bekk, nåværende, gjeldende, dagens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρεύμα
ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ρεύμα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ρευστοποιώ στα νορβηγικά - avvikle, likvidere, Gjør flytende, Liquify
- ρευστότητα στα νορβηγικά - likviditet, likviditets, likviditeten, likviditets-
- ρημάζω στα νορβηγικά - herje, herjer, hærverk, herje med, plyndre
- ρητά στα νορβηγικά - eksplisitt, uttrykkelig, tydelig, er uttrykkelig, uttrykkelig er
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: elv, gangbar, strøm, aktuell, inneværende, bekk, nåværende, gjeldende, dagens
Μεταφράσεις: elv, gangbar, strøm, aktuell, inneværende, bekk, nåværende, gjeldende, dagens