Betingelse στα ελληνικά

Μετάφραση: betingelse, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οίκημα, πάθηση, κατάσταση, κατάστημα, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Betingelse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • betegne στα ελληνικά - υποδηλώσει, υποδηλώνουν, δηλώνουν, σημαίνουν, χαρακτηρίζει
  • betennelse στα ελληνικά - φλεγμονή, φλεγμονής, της φλεγμονής, τη φλεγμονή, φλεγμονές
  • betjene στα ελληνικά - λειτουργώ, περιποιούμαι, εγχειρίζω, υπηρετώ, επιμελούμαι, τρέχω, λειτουργούν, ...
  • betjening στα ελληνικά - υπηρεσία, ρουσφέτι, σέρβις, εξυπηρέτηση, λειτουργία, λειτουργίας, Η λειτουργία, ...
Τυχαίες λέξεις
Betingelse στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οίκημα, πάθηση, κατάσταση, κατάστημα, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος