Bevisstløs στα ελληνικά
Μετάφραση: bevisstløs, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναίσθητος, παράλογος, ανόητος, ασυνείδητος, ασυνείδητο, αισθήσεις του, ασυνείδητη
Μεταφράσεις
- bevisst στα ελληνικά - συνειδητός, συνειδητή, επίγνωση, συνείδηση, συνειδητό
- bevissthet στα ελληνικά - επίγνωση, αισθήσεις, γνώση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
- bevitne στα ελληνικά - μάρτυρας, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
- bevoktning στα ελληνικά - φύλακας, φυλάω, φρουρώ, φρουρά, φρουράς, προστατευτικό, προφυλακτήρα
Τυχαίες λέξεις
Bevisstløs στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναίσθητος, παράλογος, ανόητος, ασυνείδητος, ασυνείδητο, αισθήσεις του, ασυνείδητη
Μεταφράσεις: αναίσθητος, παράλογος, ανόητος, ασυνείδητος, ασυνείδητο, αισθήσεις του, ασυνείδητη