Form στα ελληνικά
Μετάφραση: form, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχήμα, διαμορφώνω, μορφώνω, σχηματίζω, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- forløp στα ελληνικά - πέφτω, παραδρομή, διαδικασία, διαδικασίας, διαδικασία εφαρμογής, τη διαδικασία
- forløper στα ελληνικά - προάγγελος, πρόδρομος, προδρόμου, πρόδρομο, πρόδρομη, προδρόμων
- formalitet στα ελληνικά - τυπικότητα, διατύπωση, διατυπώσεις, τυπική, τυπική διαδικασία
- formane στα ελληνικά - παρακινώ, παραινώ, προτρέπω, παροτρύνω, παρακινούν, παρακινεί, τους παρακινούν
Τυχαίες λέξεις
Form στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχήμα, διαμορφώνω, μορφώνω, σχηματίζω, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Μεταφράσεις: σχήμα, διαμορφώνω, μορφώνω, σχηματίζω, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής