Grense στα ελληνικά

Μετάφραση: grense, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεμένος, μεθόριος, περιορίζω, σύνορο, ρέλι, παραμεθόριος, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
Grense στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grell στα ελληνικά - ηχηρός, ολοφάνερος, βροντερός, λουσάτος, εμφανής, καταφανής, κραυγαλέα, ...
  • gren στα ελληνικά - κλαδί, υποκατάστημα, κλάδος, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
  • grep στα ελληνικά - κράτημα, λαβή, συλλαμβάνω, σφίγγω, πιάνω, πιάσιμο, πρόσφυση, ...
  • gress στα ελληνικά - καταδότης, χόρτο, πόα, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου
Τυχαίες λέξεις
Grense στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεμένος, μεθόριος, περιορίζω, σύνορο, ρέλι, παραμεθόριος, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας