Λέξη: γνησιότητα
Σχετικές λέξεις: γνησιότητα
γνησιότητα windows, γνησιότητα στα αγγλικά, γνησιότητα χαρτονομισμάτων, γνησιότητα εγγυητικών επιστολών, γνησιότητα windows xp, γνησιότητα windows 7, γνησιότητα ιδιωτικού εγγράφου, γνησιότητα μελιού, γνησιότητα εγγράφων, γνησιότητα εγγράφου
Συνώνυμα: γνησιότητα
νομιμότητα, νομιμότης, γνησιότης, αυθεντικότητα
Μεταφράσεις: γνησιότητα
γνησιότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
authenticity, genuineness, legitimacy, authenticity of, authenticity guaranteed
γνησιότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
autenticidad, la autenticidad, de autenticidad, autenticidad de
γνησιότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glaubwürdigkeit, rechtsgültigkeit, echtheit, authentizität, Authentizität, Echtheit, Echtheits, die Authentizität, Originalität
γνησιότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
validité, authenticité, crédibilité, l'authenticité, d'authenticité, authentique
γνησιότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
credibilità, autenticità, l'autenticità, dell'autenticità, genuinità, di autenticità
γνησιότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
autenticidade, a autenticidade, de autenticidade
γνησιότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
echtheid, authenticiteit, de authenticiteit, de echtheid, authentieke
γνησιότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неподдельность, аутентичность, достоверность, подлинность, подлинности, достоверности
γνησιότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
autentisitet, ektheten, ekthet, ekte, autentisiteten
γνησιότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
äkthet, autenticitet, äktheten, äkthets, äkta
γνησιότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aitous, aitouden, aitoutta, aitoudesta, autenttisuuden
γνησιότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ægthed, ægtheden, autenticitet, er ægte, autenticiteten
γνησιότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pravost, hodnověrnost, autentičnost, pravosti, autenticita, autenticity
γνησιότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
autentyzm, autentyczność, prawdziwość, autentyczności
γνησιότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hitelesség, hitelességét, hitelességének, hitelessége, eredetiségét
γνησιότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
otantiklik, özgünlük, orijinalliğini, orijinallik, gerçeklik
γνησιότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
справжність, автентичність, достовірність, дійсність
γνησιότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vërtësi, origjinalitetin, autenticitetit, autenticiteti, autenticitetin
γνησιότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
автентичност, автентичността, достоверност, истинност
γνησιότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сапраўднасць, сапраўднасьць, праўдзівасць, ідэнтычнасьць
γνησιότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
autentsus, ehtsus, autentsuse, ehtsuse, autentsust
γνησιότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
autentičnost, autentičnosti, istinitost, vjerodostojnost, izvornost
γνησιότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áreiðanleika, áreiðanleiki, sannvottunina, ósvikin, sannleika
γνησιότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
autentiškumas, autentiškumą, autentiškumo, tapatumą, tikrumas
γνησιότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
autentiskums, autentiskumu, autentiskuma, īstumu, īstums
γνησιότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
автентичноста, автентичност, вистинитоста, веродостојноста, веродостојност
γνησιότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
autenticitate, autenticitatea, autenticității, de autenticitate, autenticitatii
γνησιότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pristnost, avtentičnost, pristnosti, verodostojnost, avtentičnosti
γνησιότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
autentickosť, pravosť, autenticitu, autentickosti, autentičnosť