Guddommelig στα ελληνικά

Μετάφραση: guddommelig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεϊκός, θεσπέσιος, θείος, θεία, θεϊκή, θείας
Guddommelig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grønnsak στα ελληνικά - λαχανικό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
  • gudbarn στα ελληνικά - βαφτιστήρι, βαπτιστικός
  • gudfar στα ελληνικά - νονός, νονό, νονού, ο νονός, νονός του
  • gudinne στα ελληνικά - θεά, θεάς, θεότητα, η θεά, θεότητας
Τυχαίες λέξεις
Guddommelig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεϊκός, θεσπέσιος, θείος, θεία, θεϊκή, θείας