Hensynsløs στα ελληνικά
Μετάφραση: hensynsløs, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράτολμος, απερίσκεπτος, ατάσθαλος, ριψοκίνδυνος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο
Μεταφράσεις
- hensikt στα ελληνικά - αποβλέπω, αντικείμενο, αντιτείνω, σκοπός, προαίρεση, βλέψη, πρόθεση, ...
- hensyn στα ελληνικά - σεβασμός, σκέψη, θεωρώ, θεώρηση, μελέτη, υπόψη, εξέταση, ...
- hente στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, φέρω, fetch, προσκομίσει, ευρύτητα, να φέρω
- hentydning στα ελληνικά - υπαινιγμός, νύξη, υπαινιγμό, υπαινιγμούς, συνειρμός
Τυχαίες λέξεις
Hensynsløs στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράτολμος, απερίσκεπτος, ατάσθαλος, ριψοκίνδυνος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο
Μεταφράσεις: παράτολμος, απερίσκεπτος, ατάσθαλος, ριψοκίνδυνος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο