Innebære στα ελληνικά

Μετάφραση: innebære, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπονοώ, εννοώ, μέσο, μέσος, σημαίνει, νοείται
Innebære στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inndata στα ελληνικά - εισαγωγή, εισόδου, είσοδο, εισαγωγής, εισροών
  • inndrive στα ελληνικά - συλλογή, συλλέγουν, συλλέγει, συλλέξει, τη συλλογή
  • innehaver στα ελληνικά - κομιστής, θήκη, φορέας, κάτοχος, κατόχου, κατόχου της, κάτοχος της, ...
  • inneholde στα ελληνικά - περιέχω, συμπεριλαμβάνω, ενσωματώνω, αναχαιτίζω, περιλαμβάνω, κρατώ, αμπάρι, ...
Τυχαίες λέξεις
Innebære στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπονοώ, εννοώ, μέσο, μέσος, σημαίνει, νοείται