Innvandring στα ελληνικά

Μετάφραση: innvandring, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετανάστευση, μετανάστευσης, τη μετανάστευση, της μετανάστευσης, μεταναστευτική
Innvandring στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • innvandre στα ελληνικά - μεταναστεύω, μεταναστεύσουν, μεταναστεύουν, μεταναστεύσει, μετανάστευση
  • innvandrer στα ελληνικά - μετανάστης, μεταναστών, των μεταναστών, μετανάστες, μετανάστη
  • innvendig στα ελληνικά - εντός, μέσα, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε
  • innvending στα ελληνικά - αντίρρηση, ένσταση, Ενσταση, την Αντίρρηση, εναντίωση
Τυχαίες λέξεις
Innvandring στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετανάστευση, μετανάστευσης, τη μετανάστευση, της μετανάστευσης, μεταναστευτική