Mør στα ελληνικά

Μετάφραση: mør, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαλακός, τρυφερός, προσφορά, προσφοράς, διαγωνισμού, προσφορών, διαγωνισμό
Mør στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mølle στα ελληνικά - μύλος, εργοστάσιο, αλέθω, μύλο, μύλου, ελαιοτριβείο
  • mønster στα ελληνικά - μακέτα, δείγμα, γεύομαι, δοκιμάζω, σχεδιασμός, σχέδιο, μοντέλο, ...
  • mørk στα ελληνικά - ασαφής, θολός, θολωμένος, σκούρος, κρύβω, ακαθόριστος, μελαχρινός, ...
  • mørke στα ελληνικά - ομίχλη, σκοτεινός, σκούρος, μουχρός, μελαχρινός, σκοτάδι, σκούρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Mør στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαλακός, τρυφερός, προσφορά, προσφοράς, διαγωνισμού, προσφορών, διαγωνισμό