Menneskehet στα ελληνικά
Μετάφραση: menneskehet, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθρωπότητα, Ανθρωπότητας, Η ανθρωπότητα, της Ανθρωπότητας, την Ανθρωπότητα
![Menneskehet στα ελληνικά Menneskehet στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-no-gr-3533.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- meningsløs στα ελληνικά - άσκοπος, ανόητος, παράλογος, άσκοπη, άσκοπο, νόημα, άσκοπες
- menneske στα ελληνικά - επανδρώνω, άνδρας, ανθρώπινος, άνθρωπος, άνθρωπο, άνδρα, ο άνθρωπος
- menneskeheten στα ελληνικά - ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
- menneskelig στα ελληνικά - άνθρωπος, ανθρώπινος, ανθρώπινη, ανθρώπινα, ανθρώπινο, ανθρώπινης
Τυχαίες λέξεις
Menneskehet στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθρωπότητα, Ανθρωπότητας, Η ανθρωπότητα, της Ανθρωπότητας, την Ανθρωπότητα
Μεταφράσεις: ανθρωπότητα, Ανθρωπότητας, Η ανθρωπότητα, της Ανθρωπότητας, την Ανθρωπότητα