Mote στα ελληνικά
Μετάφραση: mote, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τάση, διαμορφώνω, πλάθω, σχηματίζω, στύλος, ύφος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mot στα ελληνικά - άμμος, γενναιότητα, χαλίκι, νεύρο, καρδιά, αμμόλιθος, θάρρος, ...
- motbydelig στα ελληνικά - απωθητικός, αηδιαστικός, επαναστατικός, ανέντιμος, απαίσιος, αντιπαθητικός, βρόμικος, ...
- motgift στα ελληνικά - αντίδοτο, αντιδότου, αντίδοτο για, το αντίδοτο, αντίδοτου
- motiv στα ελληνικά - κίνητρο, σχέδιο, σχεδιασμό, σχεδιασμού, σχεδιασμός, σχεδίαση
Τυχαίες λέξεις
Mote στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τάση, διαμορφώνω, πλάθω, σχηματίζω, στύλος, ύφος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Μεταφράσεις: τάση, διαμορφώνω, πλάθω, σχηματίζω, στύλος, ύφος, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα