Om στα ελληνικά
Μετάφραση: om, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περί, περίπου, για, από, σε, αν, εάν, εφόσον, περίπτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oliven στα ελληνικά - ελιά, ελιές, ελιών, ελιάς, τις ελιές, ελαιών
- olje στα ελληνικά - λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου
- omarbeide στα ελληνικά - επαναλαμβάνοντας, επαναδιατύπωση, την επαναδιατύπωση, επαναδιατυπώνει, την αναδιατύπωση
- omdanne στα ελληνικά - μετουσιώνω, μετατρέπω, μεταβάλλω, μετασχηματισμό, μετασχηματισμού, μετατρέψει, μετατρέπουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Om στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περί, περίπου, για, από, σε, αν, εάν, εφόσον, περίπτωση
Μεταφράσεις: περί, περίπου, για, από, σε, αν, εάν, εφόσον, περίπτωση