Omkring στα ελληνικά

Μετάφραση: omkring, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
για, περίπου, γύρω, περί, σχετικά με, σχετικά, για το
Omkring στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • omkostning στα ελληνικά - έξοδα, κατηγορία, φροντίδα, δαπάνη, έξοδο, βάρος, δαπάνες
  • omkrets στα ελληνικά - γύρος, κύκλωμα, περιφέρεια, περιφέρειας, περίμετρο, περιφερείας, περίμετρος
  • omløp στα ελληνικά - κυκλοφορία, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
  • omriss στα ελληνικά - διατυπώνω, σκιαγράφηση, περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, περίληψη, διάρθρωσης
Τυχαίες λέξεις
Omkring στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: για, περίπου, γύρω, περί, σχετικά με, σχετικά, για το