Parti στα ελληνικά
Μετάφραση: parti, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβαλλόμενος, αγώνας, συνταιριάζω, παρέα, ταιριάζω, σπίρτο, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- parole στα ελληνικά - ομιλία, λόγος τιμής, αναστολή, λόγου, αποφυλάκισης
- part στα ελληνικά - μοιράζω, συμβαλλόμενος, συστατικός, μερίδιο, μοιράζομαι, παρέα, χωρίζω, ...
- partikkel στα ελληνικά - μόριο, άτομο, σωματίδιο, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
- partner στα ελληνικά - σύντροφος, ταίρι, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
Τυχαίες λέξεις
Parti στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβαλλόμενος, αγώνας, συνταιριάζω, παρέα, ταιριάζω, σπίρτο, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Μεταφράσεις: συμβαλλόμενος, αγώνας, συνταιριάζω, παρέα, ταιριάζω, σπίρτο, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου