Slutt στα ελληνικά

Μετάφραση: slutt, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελειώνω, τέλος, τελικά, Τέλος, επιτέλους
Slutt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sluse στα ελληνικά - κλειδαριά, υδροφράχτης, υδατοφράχτη, θυροφράγματος, ανασχέσεως, φραχτών
  • slutning στα ελληνικά - επαγωγή, συμπέρασμα, συναχθεί, συμπερασμού, συναγωγή, συμπεράσματος
  • slutte στα ελληνικά - συμπεραίνω, τερματισμός, τελειώνω, περατώνω, κολλητός, αποπνιχτικός, ολόκληρος, ...
  • slynge στα ελληνικά - πετώ, κούνια, ρίχνω, πέταγμα, σφενδόνη, σφεντόνα, Sling, ...
Τυχαίες λέξεις
Slutt στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελειώνω, τέλος, τελικά, Τέλος, επιτέλους