Støkk στα ελληνικά

Μετάφραση: støkk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραδασμός, σοκ, κρούση, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
Støkk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stær στα ελληνικά - ψαρόνι, Γλαύκωμα, Το γλαύκωμα, γλαυκώματος, Glaucoma, του γλαυκώματος
  • stø στα ελληνικά - εταιρία, ακλόνητος, εδραίος, απτόητος, στερεός, σταθερός, συμπαγής, ...
  • stønn στα ελληνικά - στενάζω, μουγκρητό, μουγκρίζω, τρίξιμο, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, ...
  • stønne στα ελληνικά - μουγκρίζω, τρίξιμο, στενάζω, μουγκρητό, γκρίνια, βογκητό, βογγητό
Τυχαίες λέξεις
Støkk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραδασμός, σοκ, κρούση, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock