Stasjon στα ελληνικά

Μετάφραση: stasjon, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του
Stasjon στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stappe στα ελληνικά - χώνω, CRAM, η CRAM, της CRAM, την CRAM
  • start στα ελληνικά - ξεκίνημα, αρχή, αρχίζω, ξεκινώ, σπίτι, Αρχική, Αρχική σελίδα, ...
  • stasjonær στα ελληνικά - ακίνητος, σταθερός, στάσιμος, στάσει, σε στάση
  • stat στα ελληνικά - κράτος, κρατίδιο, κατάσταση, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
Τυχαίες λέξεις
Stasjon στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθμός, σταθμό, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του