Våpen στα ελληνικά

Μετάφραση: våpen, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπλο, χέρι, μπράτσο, όπλα, όπλων, τα όπλα, οπλισμού, των όπλων
Våpen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • våken στα ελληνικά - άγρυπνος, ξύπνιοι, ξύπνιος, ξύπνιο, ξύπνια
  • våkne στα ελληνικά - ξυπνώ, ίχνη, ξυπνήσει, ξυπνήσετε, ξυπνήσουν, ξυπνήστε
  • vår στα ελληνικά - εκτινάσσομαι, αναπηδώ, άνοιξη, μας, μας για
  • vårt στα ελληνικά - μας, μας για
Τυχαίες λέξεις
Våpen στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπλο, χέρι, μπράτσο, όπλα, όπλων, τα όπλα, οπλισμού, των όπλων