Vær στα ελληνικά

Μετάφραση: vær, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κριάρι, καιρός, εμβολίζω, καιρού, καιρό, καιρικές συνθήκες, καιρικές
Vær στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vås στα ελληνικά - ανοησίες, βλακείες, ανοησία, τις ανοησίες, αηδίες, ανόητο
  • våt στα ελληνικά - περιχύω, βρεγμένος, υγρός, υγρό, υγρή, υγρής, υγρά
  • være στα ελληνικά - είμαι, άρωμα, μυρωδιά, διανύω, οσμή, βρίσκομαι, ευωδία, ...
  • værelse στα ελληνικά - διαμέρισμα, χώρος, δωμάτιο, θάλαμος, θαλάμη, κοιλότητα, s, ...
Τυχαίες λέξεις
Vær στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κριάρι, καιρός, εμβολίζω, καιρού, καιρό, καιρικές συνθήκες, καιρικές