Aanaarden στα ελληνικά

Μετάφραση: aanaarden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λόφος, γη, χώμα, γης, γαιών, γαίας, τη γη
Aanaarden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aamborstigheid στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
  • aan στα ελληνικά - προς, πλάι, παρελθόν, κατόπιν, μεταγενέστερα, άνω, σε, ...
  • aanbeeld στα ελληνικά - αμόνι, άκμονα, άκμονας, άκμονος, αμονιού
  • aanbesteding στα ελληνικά - μαλακός, τρυφερός, προσφορά, προσφοράς, διαγωνισμού, προσφορών, διαγωνισμό
Τυχαίες λέξεις
Aanaarden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λόφος, γη, χώμα, γης, γαιών, γαίας, τη γη