Aanhalen στα ελληνικά

Μετάφραση: aanhalen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφέρω, πετώ, καθορίζω, μνημονεύω, προσελκύω, εγκεφαλικό, έλκω, χτύπημα, χαϊδεύω, θωπεύω, επισύρω, τραβώ, παραθέτω, σφίξτε, σφίξετε, σφίγγετε, βιδώστε, ενισχύσει
Aanhalen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aangrijpen στα ελληνικά - σαλεύω, συλλαμβάνω, ανακατεύω, κίνηση, κινώ, επιδρομή, αναδεύω, ...
  • aangroeien στα ελληνικά - αύξηση, μεγαλώνω, αυξάνω, αυξάνομαι, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, ...
  • aanhalig στα ελληνικά - στοργικός, μαζεμένος, χάδια, cuddly, τα χάδια, για χάδια
  • aanhaling στα ελληνικά - χωρίο, παραθέτω, πίστωση, καθορίζω, αναγωγή, αναφορά, μνημονεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Aanhalen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφέρω, πετώ, καθορίζω, μνημονεύω, προσελκύω, εγκεφαλικό, έλκω, χτύπημα, χαϊδεύω, θωπεύω, επισύρω, τραβώ, παραθέτω, σφίξτε, σφίξετε, σφίγγετε, βιδώστε, ενισχύσει