Aanliggend στα ελληνικά

Μετάφραση: aanliggend, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοντά, προσκείμενος, διπλανός, γειτονικός, παρακείμενος, κοντινός, γειτονικά, δίπλα, παρακείμενες, παρακείμενο, παρακείμενα
Aanliggend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aanlengen στα ελληνικά - αποδυναμώνομαι, αραιώνω, αποδυναμώνω, αραιώστε, αραίωση, αραιό, αραιά, ...
  • aanleren στα ελληνικά - μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
  • aanlokkelijk στα ελληνικά - σαγηνευτικός, ελκυστικός, δελεαστικός, δελεαστική, γοητευτικό, σαγηνευτικό, σαγηνευτική
  • aanlokken στα ελληνικά - επισύρω, τραβώ, έλκω, ζωγραφίζω, προσελκύω, δελεάζω, γοητεία, ...
Τυχαίες λέξεις
Aanliggend στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοντά, προσκείμενος, διπλανός, γειτονικός, παρακείμενος, κοντινός, γειτονικά, δίπλα, παρακείμενες, παρακείμενο, παρακείμενα