Aansporen στα ελληνικά
Μετάφραση: aansporen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νουθετώ, παραινώ, παρακινώ, παρόρμηση, παροτρύνω, ενθαρρύνω, διεγείρω, ξεκινώ, προτρέπω, παροτρύνει, έκκληση, παροτρύνουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aansluiting στα ελληνικά - διασταύρωση, αναμέτρηση, ανταπόκριση, σχέση, σύνδεση, σύνδεσης, πλαίσιο, ...
- aanspannen στα ελληνικά - βάζω, ζεύω, τοποθετώ, Σφίξτε, σφίξετε, Βιδώστε, Σφίξτε τους, ...
- aansporing στα ελληνικά - προτροπή, παραίνεση, παρότρυνση, πιεστικής πρόσκλησης, προτροπή του
- aanspraak στα ελληνικά - διεκδίκηση, διεκδικώ, ισχυρίζομαι, ισχυρισμός, αξίωση, απαίτηση, αξίωσης
Τυχαίες λέξεις
Aansporen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νουθετώ, παραινώ, παρακινώ, παρόρμηση, παροτρύνω, ενθαρρύνω, διεγείρω, ξεκινώ, προτρέπω, παροτρύνει, έκκληση, παροτρύνουμε
Μεταφράσεις: νουθετώ, παραινώ, παρακινώ, παρόρμηση, παροτρύνω, ενθαρρύνω, διεγείρω, ξεκινώ, προτρέπω, παροτρύνει, έκκληση, παροτρύνουμε