Acclimatiseren στα ελληνικά

Μετάφραση: acclimatiseren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί
Acclimatiseren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accijns στα ελληνικά - ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης
  • acclamatie στα ελληνικά - επευφημία, έγκριση, παραδοχή, βοής, επευφημίες, την επευφημία
  • acclimatisering στα ελληνικά - εγκλιματισμός, εγκλιματισμού, εγκλιματισμό, εγκλιματιστούν, τον εγκλιματισμό
  • accolade στα ελληνικά - στήριγμα, τιράντες, κηδεμόνα, στηρίγματος, με τιράντες
Τυχαίες λέξεις
Acclimatiseren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί