Achten στα ελληνικά
Μετάφραση: achten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίρνω, μοιράζω, νομίζω, σεβασμός, σέβομαι, αγορά, υπόληψη, εκτιμώ, θεωρώ, σκέπτομαι, αξία, σκέφτομαι, εκτίμηση, τιμή, κρίνουν, θεωρούν, κρίνει, το κρίνουν, θεωρήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- achtbaar στα ελληνικά - έντιμος, αξιότιμος, αξιότιμη, αξιότιμοι, αξιότιμους
- achteloos στα ελληνικά - απερίσκεπτος, απρόσεκτος, τυφλή, αδιαφορώντας, απερίσκεπτη, αδιαφορώντας για
- achtenswaard στα ελληνικά - έντιμος
- achtenswaardig στα ελληνικά - έντιμος, ευυπολήπτως
Τυχαίες λέξεις
Achten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίρνω, μοιράζω, νομίζω, σεβασμός, σέβομαι, αγορά, υπόληψη, εκτιμώ, θεωρώ, σκέπτομαι, αξία, σκέφτομαι, εκτίμηση, τιμή, κρίνουν, θεωρούν, κρίνει, το κρίνουν, θεωρήσει
Μεταφράσεις: παίρνω, μοιράζω, νομίζω, σεβασμός, σέβομαι, αγορά, υπόληψη, εκτιμώ, θεωρώ, σκέπτομαι, αξία, σκέφτομαι, εκτίμηση, τιμή, κρίνουν, θεωρούν, κρίνει, το κρίνουν, θεωρήσει