Achterstallig στα ελληνικά
Μετάφραση: achterstallig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- achternaam στα ελληνικά - επίθετο, επώνυμο, το επώνυμο, επώνυμό, επίθετό
- achterover στα ελληνικά - καθυστερημένος, προς τα πίσω, πίσω, τα πίσω, καθυστερημένες, καθυστερημένη
- achterstand στα ελληνικά - καθυστερούμενα, καθυστερούμενων, καθυστερημένων, καθυστερούμενων οφειλών, καθυστερούμενες
- achterste στα ελληνικά - πισινό, κουτί, μπορώ, τελευταίος, βλοσυρός, κουτουλώ, μόρτης, ...
Τυχαίες λέξεις
Achterstallig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, ληξιπρόθεσμες, καθυστερούμενες, καθυστερήσει, ληξιπρόθεσμα, ληξιπρόθεσμων