Afbreken στα ελληνικά

Μετάφραση: afbreken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβάλλω, αντεπίθεση, σπάζω, κασμάς, ξεχωριστός, διχάζω, διάλλειμα, διακόπτω, μερίδιο, μαδώ, διάλειμμα, συλλέγω, μαζεύω, καταστρέφω, χωριστός, ματαιώνω, χωρίς να χαλάσει, κατάρριψη, διάσπαση, διασπά, κατάργηση των
Afbreken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afboeken στα ελληνικά - μετάθεση, μεταβίβαση, μεταγράφω, μετατάσσω, Φλος, Ξεπλύνετε, Ρουαγιάλ, ...
  • afbraak στα ελληνικά - κατεδάφιση, καταστροφή, κατεδάφισης, κατεδαφίσεων, κατεδαφίσεις, την κατεδάφιση
  • afbreuk στα ελληνικά - πληγώνω, πονώ, χτυπώ, βλάπτω, τραυματίζω, βλάβη, παρέκκλιση, ...
  • afbrokkelen στα ελληνικά - θρυμματίζω, καταρρεύσει, καταρρέουν, καταρρέει, θρυμματίζονται
Τυχαίες λέξεις
Afbreken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβάλλω, αντεπίθεση, σπάζω, κασμάς, ξεχωριστός, διχάζω, διάλλειμα, διακόπτω, μερίδιο, μαδώ, διάλειμμα, συλλέγω, μαζεύω, καταστρέφω, χωριστός, ματαιώνω, χωρίς να χαλάσει, κατάρριψη, διάσπαση, διασπά, κατάργηση των