Air στα ελληνικά

Μετάφραση: air, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιμετωπίζω, κύρος, πλευρά, αντικρίζω, πρόσωπο, όψη, αέρας, κοιτάζω, παρουσίαση, άποψη, όραση, θωριά, φαίνομαι, έκφραση, ατμόσφαιρα, εμφάνιση, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
Air στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ahorn στα ελληνικά - σφεντάμι, Maple, σφενδάμου, σφενδάμνου, σφενδάμι
  • ai στα ελληνικά - ΑΙ, ΓΠ, της ΓΠ
  • ajuin στα ελληνικά - κρεμμύδι, το κρεμμύδι, κρεμμυδιού, κρεμμύδια, κρεμμυδιών
  • akelig στα ελληνικά - απαισιόδοξος, ανέντιμος, μελαγχολικός, μπλε, ανεμοδαρμένος, απαίσιος, ξινός, ...
Τυχαίες λέξεις
Air στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιμετωπίζω, κύρος, πλευρά, αντικρίζω, πρόσωπο, όψη, αέρας, κοιτάζω, παρουσίαση, άποψη, όραση, θωριά, φαίνομαι, έκφραση, ατμόσφαιρα, εμφάνιση, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος