Akelig στα ελληνικά

Μετάφραση: akelig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαισιόδοξος, ανέντιμος, μελαγχολικός, μπλε, ανεμοδαρμένος, απαίσιος, ξινός, αυστηρός, σκοτεινός, μουχρός, ακάθαρτος, σκούρος, σκυθρωπός, βρόμικος, γυμνός, βλοσυρός, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
Akelig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • air στα ελληνικά - αντιμετωπίζω, κύρος, πλευρά, αντικρίζω, πρόσωπο, όψη, αέρας, ...
  • ajuin στα ελληνικά - κρεμμύδι, το κρεμμύδι, κρεμμυδιού, κρεμμύδια, κρεμμυδιών
  • akker στα ελληνικά - πεδίο, τομέας, χωράφι, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
  • akkerbouw στα ελληνικά - γεωργία, γεωργίας, τη γεωργία, της γεωργίας, η γεωργία
Τυχαίες λέξεις
Akelig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαισιόδοξος, ανέντιμος, μελαγχολικός, μπλε, ανεμοδαρμένος, απαίσιος, ξινός, αυστηρός, σκοτεινός, μουχρός, ακάθαρτος, σκούρος, σκυθρωπός, βρόμικος, γυμνός, βλοσυρός, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική