Apart στα ελληνικά

Μετάφραση: apart, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτότυπος, κύριος, γνήσιος, μετρ, δεξιοτέχνης, αφέντης, χωριστά, ξεχωριστά, χωριστή, μεμονωμένα
Apart στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antwoorden στα ελληνικά - απάντηση, αντίλογος, ανταπαντώ, απαντώ, απαντήσει, απαντήσουν, απαντήσετε, ...
  • apache στα ελληνικά - κουκούλα, απάχης, του Apache, τον Apache, Απάτσι
  • apathie στα ελληνικά - αδιαφορία, απάθεια, απάθειας, η απάθεια, την απάθεια
  • apathisch στα ελληνικά - απαθής, απαθείς, απαθή, απάθεια, απαθές
Τυχαίες λέξεις
Apart στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτότυπος, κύριος, γνήσιος, μετρ, δεξιοτέχνης, αφέντης, χωριστά, ξεχωριστά, χωριστή, μεμονωμένα