Appartement στα ελληνικά

Μετάφραση: appartement, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμέρισμα, επίπεδος, το Διαμέρισμα, διαμερίσματος, Apartment, διαμερίσματα
Appartement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apotheker στα ελληνικά - χημικός, φαρμακοποιός, φαρμακοποιό, το φαρμακοποιό, τον φαρμακοποιό, φαρμακοποιού
  • apparaat στα ελληνικά - τοποθετώ, τέχνασμα, συσκευή, καθορισμένος, μηχάνημα, άνεση, συσκευής, ...
  • appel στα ελληνικά - μήλο, μήλου, της Apple, μήλων, η Apple
  • appelboom στα ελληνικά - μηλιά, πλίνθοι
Τυχαίες λέξεις
Appartement στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμέρισμα, επίπεδος, το Διαμέρισμα, διαμερίσματος, Apartment, διαμερίσματα