Audiëntie στα ελληνικά

Μετάφραση: audiëntie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Audiëntie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auctie στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
  • auditorium στα ελληνικά - ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
  • augustus στα ελληνικά - αύγουστος., Αύγουστος, Αυγ., Αύγ., Αύγουστο, Αυγ
  • aureool στα ελληνικά - φωτοστέφανος
Τυχαίες λέξεις
Audiëntie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου