Bankroet στα ελληνικά
Μετάφραση: bankroet, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρεοκοπημένος, πτώχευση, σε πτώχευση, πτώχευσης, πτωχεύσει, χρεοκοπήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- banket στα ελληνικά - ευωχούμαι, πανηγύρι, συμπόσιο, πανδαισία, επίσημων, προετοιμασίας επίσημων δείπνων, δεξιώσεων, ...
- bankier στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
- bar στα ελληνικά - σέρτικος, αυστηρός, δριμύς, εμποδίζω, μπουφές, σοβαρός, μπαρ, ...
- barak στα ελληνικά - αχυρώνας, καλύβα, υπόστεγο, στρατώνας, στρατοπέδων, των στρατοπέδων, στρατώνα
Τυχαίες λέξεις
Bankroet στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρεοκοπημένος, πτώχευση, σε πτώχευση, πτώχευσης, πτωχεύσει, χρεοκοπήσει
Μεταφράσεις: χρεοκοπημένος, πτώχευση, σε πτώχευση, πτώχευσης, πτωχεύσει, χρεοκοπήσει