Begoocheling στα ελληνικά
Μετάφραση: begoocheling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρικ, μαγικός, μαγεία, παραίσθηση, ξεγελώ, κόλπο, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beginsel στα ελληνικά - εξάρτημα, στοιχείο, αποφασίζω, βασιλεύω, συντελεστής, συστατικός, κανόνας, ...
- begoochelen στα ελληνικά - εξαπατώ, πλανώ, ξεγελώ, αυταπάτες, ψευδαισθήσεις
- begraafplaats στα ελληνικά - νεκροταφείο, νεκροταφείου, κοιμητήριο, κοιμητηρίου, νεκροταφείο της
- begrafenis στα ελληνικά - κηδεία, ταφή, κηδείας, την κηδεία, κηδεία του, κηδειών
Τυχαίες λέξεις
Begoocheling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρικ, μαγικός, μαγεία, παραίσθηση, ξεγελώ, κόλπο, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης
Μεταφράσεις: τρικ, μαγικός, μαγεία, παραίσθηση, ξεγελώ, κόλπο, αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης